Τη βροχερή νύχτα της 29ης προς την 30ή Νοεμβρίου 1822 πήραμε το Παλαμήδι, το κάστρο που όριζε την τύχη τ’ Αναπλιού. Εξέλιξη καθοριστική για την συνέχιση του Αγώνα, που απέδωσε το σύνολο του Μωριά, πλην των Πατρών, στην επαναστατημένη Ελληνική επικράτεια. Κάστρο και φυλακή μαζί, όπου μπλέχτηκε ο αγώνας με την πολιτική και το κολαστήριο ψυχών και πέρασε στο δημοτικό τραγούδι χωρίς να ξεχωρίζει, πολλές φορές, η μια πραγματικότητα από την άλλη, το ένα γεγονός από κάποιο άλλο…
Έτσι έχουμε, κατ’ αρχάς, το τραγούδι της Άλωσης:
«Λαλούδι της Mονομπασιάς και κάστρο της Αθήνας και Παλαμήδι τ’ Aναπλιού άνοιξε νά ‘μπω μέσα. Nα δω τις Aναπλιώτισσες, τις Aναπλιωτοπούλες, πώς πλένουν, πώς λευκαίνουνε, πώς μοσχοσαπουνάνε. Mε το ‘να χέρι πλένουνε, με τ’ άλλο σαπουνάνε, και με τα δυο τα χέρια τους στο κάστρο πολεμάνε (ή βάζουν το δάκρυ τους νερό, το σάλιο τους σαπούνι και στον αφρό της θάλασσας, τ’ απλώνουν και λευκαίνουν)».
Φυσικά, Αναπλιώτισσες είναι εδώ οι Τουρκάλες, όπου δεν έβρισκαν νερό στο αποκλεισμένο Ανάπλι…