Τρίτη 1 Απριλίου 2008

Εφυγε ο Ζυλ Ντασσέν !

Χθες το πρωι έφυγε απο αυτον το κόσμο, πλήρης ημερών, σε ηλικία 97 χρόνων, ο σκηνοθέτης Ζυλ Ντασσέν, σύντροφος της Μελίνας Μερκούρη. Ο Τζούλης όπως τον "βάφτισε" η Μελίνα ήταν μια ευγενική φυσιογνωμία, ένας αγνος φιλέλληνας, ένας δημοκράτης και αγωνιστής που το απέδειξε με τη ζωη του απο τα δύσκολα χρόνια του Μακαρθισμού στις ΗΠΑ έως τα χρόνια της δικης μας χούντας και μετέπειτα ενω σαν σκηνοθέτης διέγραψε λαμπρη πορεία και μετείχε με το "Ποτε την Κυριακή" στην προς τα έξω εικόνα της Ελλάδας τα χρόνια του 1960 που οι Ελληνες ξενητεύονταν για να βρουν δουλειά στη Γερμανία και αλλού ... Ο θάνατος του σημειολογικά έγινε την ημέρα που το ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη έδινε τα βραβεία της χρονιάς στους νέους ηθοποιούς !
Ευχαριστούμε τη φίλη του blog που μας έστειλε τα παρακάτω :
Ζυλ Ντασσέν (Jules Dassin), Αμερικανός σκηνοθέτης, γεννήθηκε στις 18
Δεκεμβρίου 1911 στο Μιντλτάουν του Κονέκτικατ των ΗΠΑ. Ήταν ένα από τα οκτώ παιδιά ενός Ρωσο-Εβραίου κουρέα. Συνεργάστηκε με το σκηνοθέτη Μαρκ Χέλινγκερ, με τον οποίο δημιούργησε δύο ταινίες, αλλά αναγκάστηκε να εξοριστεί λόγω του μακαρθισμού και να καταφύγει αρχικά στη Γαλλία και κατόπιν στην Ελλάδα. Ο Ζυλ Ντασσέν αρχικά παντρεύτηκε την Beatrice Launer, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, το διάσημο γάλλο τραγουδιστή Τζο Ντασέν και την ηθοποιό Ζουλί Ντασέν. Αργότερα ερωτεύτηκε τη Μελίνα Μερκούρη, την οποία και παντρεύτηκε. Μαζί γύρισαν τις ταινίες «Ποτέ την Κυριακή», «Τοπκαπί» και «Φαίδρα». Με τη Μελίνα Μερκούρη δεν απέκτησε παιδιά. Μετά το θάνατό της, έγινε πρόεδρος του Ιδρύματος Μελίνα Μερκούρη, το οποίο ιδρύθηκε για την προώθηση της δημιουργίας του νέου μουσείου της Ακρόπολης και την προβολή του ελληνικού πολιτισμού.
ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΟΥ ΝΤΑΣΣΕΝ
Circle of Two (1980)
Κραυγή γυναικών (1978)
The Rehearsal (1974)
Promise at Dawn (1970)
Up Tight! (1968)
Hamilchama al hashalom (1968)
10:30 P.M. Summer (1966)
Topkapi (1964)
Φαίδρα (1962)
Ποτέ την Κυριακή (1960)
La Legge (1959)
Celui qui doit mourir (1957)
Du rififi chez les hommes (1955)
Night and the City (1950)
Thieves' Highway (1949)
The Naked City (1948)
Brute Force (1947)
A Letter for Evie (1946)
Two Smart People (1946)
The Canterville Ghost (1944)
Young Ideas (1943)
Reunion in France (1942)
The Affairs of Martha (1942)
Nazi Agent (1942)
The Tell-Tale Heart (1941)

Πολλοί ειδήμονες θεωρούν την ταινία του «H νύχτα και η πόλη» (1950) το αριστούργημα του αλλά ουδείς μπορεί να αγνοήσει τη συγκινητική γοητεία, τη λάμψη, ακόμη και την επιτηδευμένη αφέλεια προσώπων που εμφανίζονται σε ταινίες όπως αυτές οι οποίες επανεκδίδονται.
Το «Τοπκαπί» του 1964, με τη Μελίνα Μερκούρη, η οποία ήταν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα καλύτερου γυναικείου ρόλου, τον Μαξιμίλιαν Σελ και τον Πίτερ Ουστίνοφ (Οσκαρ β' ανδρικού ρόλου), είναι μεταφορά του εξαιρετικού νουάρ «Ριφιφί» στην Κωνσταντινούπολη, στα παλάτια και στους θησαυρούς της, ένα καλωσόρισμα στη μεγαλύτερη κλοπή του αιώνα, που οργανώνει μια ομάδα κακοποιών με αρχηγό την απατεώνα διεθνούς κλάσεως Ελίζαμπεθ Λιπ (Μελίνα Μερκούρη). Ο Ντασσέν, παρ' ότι επαναδιαπραγματεύεται την ιστορία του «Ριφιφί» που είχε γυρίσει το 1954, εγκαταλείπει τις σκοτεινές λήψεις και τα ημιφωτισμένα πρόσωπα, και σκηνοθετεί μια έγχρωμη περιπέτεια κάτω από το
ελληνικό και το τουρκικό φως.
H «Φαίδρα» του 1961, βασισμένη στην τραγωδία του Ευριπίδη «Ιππόλυτος» (σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη), μας μεταφέρει στο σύγχρονο κοσμοπολίτικο περιβάλλον των ελλήνων εφοπλιστών και υπό τους ήχους του Μίκη Θεοδωράκη παρακολουθούμε την ιστορία ενός κροίσου ο οποίος νυμφεύεται την κατά πολύ νεότερή του Φαίδρα (Μελίνα Μερκούρη), μια εκρηκτική γυναίκα που ερωτεύεται τον γιο του (Αντονι Πέρκινς). Ο Ζυλ Ντασσέν παραδέχθηκε αργότερα ότι ήταν λάθος του που επέλεξε αυτή την κοινωνική ομάδα, καθώς δεν τη γνώριζε, απαντώντας σε όσους εκ των θεατών είχαν παραξενευτεί με τα πολυτελή αυτοκίνητα και τις εξεζητημένες εμφανίσεις των πρωταγωνιστών.
Το «Ποτέ την Κυριακή» του 1959, που κέρδισε Οσκαρ καλύτερης μουσικής και τραγουδιού για «Τα παιδιά του Πειραιά» του Μάνου Χατζιδάκι και ακόμη τέσσερις υποψηφιότητες (σκηνοθεσίας και σεναρίου για τον Ζυλ Ντασσέν, α' γυναικείου ρόλου Μελίνα Μερκούρη και κοστουμιών Θεώνη Βαχλιώτη), είναι ένα παγκοσμίως αναγνωρισμένο κωμικό δράμα το οποίο καθιέρωσε την πρωταγωνίστριά του ως διεθνή σταρ μέσα από τον ρόλο της Ιλυας, μιας πόρνης που είχε την αξιοπρέπεια να διαλέγει τους πελάτες της, ενώ ο αμερικανός λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού Homer (Ζυλ Ντασσέν) γνωρίζει την Ιλυα και προσπαθεί να γίνει ο πυγμαλίωνάς της.
Ο Ελία Καζάν για το «America, America» «Ενώ σήμερα το "America, America" είναι η πιο αγαπημένη μου ταινία, στις αρχές του 1963 είχα πολλές αμφιβολίες για την αξία της. Τότε, όταν χρειάστηκα πάλι τη θεά τύχη να μου χαμογελάσει, συνάντησα τον Μάνο Χατζιδάκι.Ο Μάνος με βοήθησε να ολοκληρώσω την ταινία δίνοντάς μου θάρρος και δείχνοντάς μου ότι πίστευε και αυτός στο έργο που ετοίμαζα. Τώρα που τελείωνα πια, η παρουσία του ήταν απαραίτητη. Στον κινηματογράφο το τελευταίο πέντε τοις εκατό της όλης δουλειάς αποτελεί τη διαφορά μεταξύ της επιτυχίας και της αποτυχίας μιας ταινίας. Εκείνη τη χρονιά ο Μάνος ήταν ο βασιλιάς. Ταυτόχρονα όμως ήταν και υπερβολικά αφοσιωμένος στη μητέρα του... Ηταν παχουλός και όταν θύμωνε έδειχνε πραγματικά την οργή του. Εκτός απ' αυτά, όμως, ήταν και ιδιοφυΐα. Οι περισσότεροι συνθέτες που ετοιμάζουν τη μουσική για μια ταινία, όταν αντιλαμβάνονται ότι ο σκηνοθέτης αντιδρά αρνητικά σ' αυτήν, γίνονται εριστικοί και συνήθως αρνούνται να παρουσιάσουν άλλα κομμάτια. Μερικοί μάλιστα κατεβάζουν και τα μούτρα τους. Οταν δεν μου άρεσε κάτι απ' αυτά που συνέθετε ο Μάνος, έκανε μια κίνηση με το χοντρό του χέρι σαν να μου έλεγε: "Δεν πειράζει". Και αν πάλι βρισκόμασταν καθισμένοι σ' ένα μπαρ και τα λέγαμε, ζητούσε να του φέρουν μια χάρτινη πετσέτα και μέσα σε πέντε λεπτά μου ετοίμαζε πάνω σ' αυτήν μια καινούργια μελωδία. H ταχύτητά του ήταν εντυπωσιακή και αυτό μ' έκανε να αισθάνομαι αρκετά άνετα όταν του ζητούσα να κάνει κάποιες αλλαγές στα κομμάτια του. (...) Ο Μάνος δεν ήταν μόνο ένας συνθέτης αλλά και ένας δραματουργός. Σε ορισμένα μάλιστα σημεία φάνηκε ικανότερος από εμένα. Εκτός όμως απ' αυτές τις ικανότητες, ήταν και πάρα πολύ εργατικός. Είναι αλήθεια ότι κέρδισε το μεγάλο του όνομα με τη σκληρή δουλειά. Για τους ανθρώπους σαν τον Μάνο η αγάπη, ο πλούτος, η ευχαρίστηση, η οικογένεια δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη σημασία. Αυτό που ζητούν από τη ζωή είναι η πείρα που βγαίνει μέσα απ' τη δουλειά τους. Βέβαια οι ιδιοφυΐες παρουσιάζουν έντονα τα χαρακτηριστικά του εγωισμού και της αλαζονείας και αυτό συνέβαινε με τον Μάνο. Εχουν πει ότι και εγώ είμαι αλαζόνας, εγωιστής και εγωκεντρικός χωρίς - προς Θεού! - να είμαι καμιά ιδιοφυΐα. Αλλά γιατί όχι; Ποιος αξίζει περισσότερο ανάμεσά μας; Ασε τους καημένους να υποφέρουν. Ενα άτομο που έχει ταλέντο και ξέρει να το εκμεταλλεύεται είναι το πιο ωραίο πράγμα στον κόσμο. Ο Μάνος δεν μπορούσε να ανεχθεί οποιαδήποτε παρεμβολή στο έργο του και οι μουσικοί του τον έτρεμαν (...) Αυτός ο φόβος σίγουρα βοηθούσε στο τελικό αποτέλεσμα. Οι ιδιοφυΐες υπήρξαν η χαρά της υπάρξεώς μου. (...) Τους θεωρώ ευλογημένους ανθρώπους. Οι ιδιοφυΐες δεν αναρωτιούνται αν είναι άξιοι ή όχι ούτε και αντιδρούν στις επικρίσεις των άλλων. Ο Μάνος ούτε μία φορά δεν μου έδειξε να διστάζει γι'αυτό που ήθελε. Κατάφερε να φτιάξει μια θαυμάσια μουσική για την ταινία μου σε μια στιγμή που το "America, America" χρειαζόταν περισσότερο από κάθε άλλη φορά τη συνεισφορά του». (Ελία Καζάν, από το βιβλίο «Μια ζωή», Ελληνική Ευρωεκδοτική.)
Ο Ζυλ Ντασσέν για το «Topkapi» «Με το Μάνο γνωριστήκαμε χρόνια πριν... Οταν έκανα ταινία το έργο του Καζαντζάκη ("Ο Χριστός ξανασταυρώνεται"), ήρθαν αρκετοί σπουδαίοι άνθρωποι -ανάμεσά τους ο Μάνος και ο Τσαρούχης - οι οποίοι από αγάπη για τον Καζαντζάκη προσφέρθηκαν να βοηθήσουν. Τότε δεν έγραψε βέβαια μουσική...
Μετά ήρθε το "Ποτέ την Κυριακή"... Ηξερα από την αρχή ότι αυτή η μουσική ήταν για τον κόσμο κάτι από Ελλάδα. Και θυμάμαι καλά που, όταν πρώτος απ'όλους πήγε και την είδε ο φίλος μου ο Λέοναρντ Μπερνστάιν, με συμβούλεψε να "ταξιδέψουμε" τη μουσική στην Αμερική γιατί θα γίνει μεγάλη επιτυχία. Και έγινε...
Οταν έγραψα το "Topkapi" ήξερα ότι κάνω ένα είδος σάτιρας επάνω στην άλλη μου ταινία, το "Rififi". Ηταν ένα παιχνίδι, ένα αστείο... Διασκέδαση και παράλληλα δουλειά για να κερδίζουμε λίγα χρήματα. Και ο Μάνος ήξερε καλά τι ήταν. Γελάσαμε πολύ! Με τον Μάνο πάντα συνεννοούμασταν για κάποια πράγματα προτού αρχίσουμε γύρισμα αλλά πολλές φορές εκείνος είχε την ανάγκη να βρει ό,τι θέλει παίζοντας με τους μουσικούς στο στούντιο. Είχε μια τεράστια ευκολία σ' αυτό.Θυμάμαι ότι κάποτε του ζήτησα για μια σκηνή κάτι χτυπώντας του έναν ρυθμό με τα δάχτυλα και, μία ώρα αργότερα, μου έφερε μια πάρα πολύ ωραία μουσική παιγμένη ήδη από την ορχήστρα. Ετσι ήταν ο Μάνος... Το βασικό θέμα της ταινίας πρέπει να γράφτηκε σ' ένα πακέτο από τσιγάρα. Σημειώσεις... σημειώσεις... σημειώσεις παντού. Παρτιτούρα ποτέ. Αρχικά ήταν να κάνaουμε τραγούδι αυτή τη μελωδία. Δεν τέλειωσα όμως τους στίχους -αγγλικά ήταν - γιατί δεν έβρισκα στιγμή σωστή για να μπει ένα τραγούδι. Τελικά η ταινία άρχιζε με λίγες στροφές απ' αυτήν και μόλις τώρα, από σας, μαθαίνω ότι πολλά χρόνια μετά ο Μάνος έβαλε στίχους και την ηχογράφησε ως τραγούδι με τη Φλέρυ Νταντωνάκη ("Το μαγικό χαλί")».
(Ζυλ Ντασσέν, 2001, συνέντευξη στον Γ. Τσάμπρα που εντάχθηκε στο ένθετο του
CD «Topkapi».)
http://www.youtube.com/watch?v=10Q8IKr_GcQ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

cretan music - mantinades